Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010

Σημειώσεις από την "ΑΡΠΑΓΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ" του Κ. Βεργόπουλου

#



Η τάξη του χρήματος δηλώνει διπλή και αντιφατική αποστολή. Η μυθολογική διάσταση του πλούτου είναι:
Α) Προβολή και επίδειξη του πλούτου, αντικείμενο λατρείας για λόγους παραδειγματισμού και προτύπου κοινωνικής επιβολής.
Β) Συσκότιση των πηγών και των μηχανισμών που τον δημιουργούν και τον αναπαράγουν.
Σε κάθε προσπάθεια προσπέλασης στον ναό του πλούτου και του χρήματος υψώνονται «υψηλοί φραγμοί» και παρουσιάζεται ως βεβήλωση η προσπάθεια «προσπέλασής» του.
Ο μεγάλος πλούτος προϋποθέτει πάντα την μεγάλη φτώχεια, την όξυνση της ανισότητας, την συνεχή ανακατανομή προς όφελος των ισχυρών.
Οι σημερινές μορφές χρηματιστικής συσσώρευσης δεν αναπέμπουν τον πλούτο στην κοινωνία για να διασφαλίζεται η αναπαραγωγή του, αλλά αποσπάται μονόπλευρα από την παραγωγή και εναποτίθεται στην χρηματοπιστωτική οικονομία, που συντηρείται από τις παραγωγικές δυνατότητες χωρίς αυτή να παράγει.
Ο Κέυνς αποδίδει την εμφάνιση του καπιταλισμού από τον 16ο αιώνα στην ύπαρξη άφθονου χρυσού και πολύτιμων μετάλλων που εισέρευσαν στην Ευρώπη από την ανακάλυψη της Αμερικής και στην απότομη πτώση των επιτοκίων και της αξίας του χρήματος. Το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής εμφανίστηκε όταν οι αποδόσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου υστέρησαν από τις αποδόσεις του «πραγματικού» κεφαλαίου.
Σήμερα όμως οι αποδόσεις έχουν επανέλθει, κατά τον καθηγητή Βεργόπουλο, στην προ καπιταλιστική ηλικία της ανθρωπότητας. Δηλαδή οι χρηματιστικές αποδόσεις υπερέχουν κατά πολύ των πραγματικών ή φυσικών (κλασσική σχολή-Ρικάρντο) και επιλέγουν τις χρήσεις του πραγματικού κεφαλαίου, απορρίπτοντας όσες εξ αυτών εμφανίζουν μειωμένη αποδοτικότητα, κατώτερη από ένα όριο που αυθαίρετα προσδιορίζεται από την πλουτοκρατία.
Οι κλασσικοί και κάποιοι σοσιαλιστές οικονομολόγοι χαρακτηρίζουν καθαρό παραλογισμό την δυνατότητα των χρηματιστικών κερδών να υπερβαίνουν τα πραγματικά ή φυσικά κέρδη. Ο Κέυνς έχει καταδείξει, ότι αυτός ο παραλογισμός συνέβη σε διάφορες περιόδους τον μεσαίωνα , την νεώτερη εποχή (1870-1914) και στην τρέχουσα φάση. Τα υπερκέρδη πληρώνονται από τα μελλοντικά εισοδήματα της κοινωνίας.
Και έτσι η ανθρωπότητα θα μπορούσε να προφυλαχθεί από αυτό τον κίνδυνο και τις μεγάλες αυταπάτες με την γνώση του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος.
Με την «μονεταριστική αντεπανάσταση» της δεκαετίας του 80 διαμορφώθηκαν οι συνθήκες συγκρότησης του νέου χρηματιστικού κεφαλαίου, στην ασυδοσία του οποίου παραδόθηκαν σήμερα η οικονομία και η κοινωνία. Αντί οι άνθρωποι να αναλώνουν το χρήμα, το χρήμα αναλώνει τους ανθρώπους για την δήθεν ευημερία τους.
Οι θεωρητικοί της καπιταλιστικής ευημερίας Λέων Βαρλάς και Ιωσήφ Σουμπέτερ αποδέχονται ότι σε συνθήκες ισορροπίας και σταθερότητας των καπιταλιστικών αγορών, τα κέρδη ελαχιστοποιούνται, ενώ διογκώνονται σε συνθήκες ασταθείς και μεταβατικές. Στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, έχουν πληρώσει εκατομμύρια άνθρωποι χωρίς κάποιο αντάλλαγμα. Η παγκόσμια αγορά και το παγκόσμιο σύστημα αποτελούν ανεκπλήρωτο όραμα του κεφαλαίου που δεν είναι ποτέ σε θέση να εφαρμόσει.
Παρά τις Αμερικανικές επαγγελίες για μετάβαση σε κάποια μεταβιομηχανική εποχή, στην ψηφιακή κοινωνία, στην κοινωνία των ιδιοκτητών, η πραγματικότητα δείχνει ότι η Αμερική καταβυθίζεται πλέον στα χρέη και ότι συγκροτείται μια μεγάλη κοινωνία οφειλετών με μη εξυπηρετήσιμο χρέος έναντι μιας μικρής ομάδας επωφελούμενων πιστωτών, δηλαδή δημιουργήθηκε μια κοινωνία καταχρεωμένων πολιτών, που μοχθούν σαν νέοι δουλοπάροικοι, με όλο και λιγότερα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες, προκειμένου να υπηρετούν τα χρέη και τους πιστωτές.
Διοργανώνεται η επάνοδος της κοινωνίας σε συνθήκες προκαπιταλιστικής αυθαιρεσίας όπου κυριαρχεί το νέο χρηματιστικό κεφάλαιο, το αφηρημένο χρήμα, στην ασυδοσία του οποίου παραδίδονται άνθρωποι και κοινωνίες.



Για την Ελλάδα η εξέλιξη δεν είναι διαφορετική.
Το οικονομικό σύστημα δεν απέβη ισχυρότερο και παραγωγικότερο μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ και στο ευρώ, αλλά κατέληξε σήμερα περισσότερο αποδυναμωμένο και πιο εύθραυστο.
Το κοινό νόμισμα με την Ευρώπη αντί να προσελκύσει επενδύσεις και χρηματοδοτήσεις, οδηγεί σήμερα στον εκμηδενισμό των επιχειρηματικών κεφαλαιακών εισροών στη χώρα μας, στην συρρίκνωση των άμεσων χρηματοδοτήσεων και στην επάνοδο της οικονομίας σε συνθήκες εξάρτησης από δανειακά κεφάλαια και συσσωρευμένα χρέη.
Σε συνθήκες κοινού νομίσματος με την Ευρώπη, η Ελλάδα καταβυθίζεται στα ελλείμματα και στα χρέη σε όλα τα επίπεδα, χωρίς όμως να εξασφαλίζει τα ανάλογα εισοδήματα που θα επέτρεπαν την μείωση στο μέλλον των αναλαμβανόμενων υποχρεώσεων. Το σημερινό νεοελληνικό υπόδειγμα δεν είναι οικονομικά βιώσιμο, δεν έχει μέλλον, γιατί το αποτέλεσμά του είναι η επιταχυνόμενη καταχρέωση για το σύνολο της οικονομίας.
Η χώρα μας αποδεικνύεται η πιο ευάλωτη στην εξάρτυση από το νέο χρηματιστικό κεφάλαιο και οι χρηματιστικές προδιαγραφές αποδοτικότητας εκτοπίζουν όλες τις άλλες. Αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα σε μεγαλύτερη κλίμακα από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο πλούτος που παράγεται στη χώρα μας, συγκεντρώνεται με γρήγορους ρυθμούς με αποκλειστικό γνώμονα την εξυπηρέτηση των πιστωτών, ενώ το παραγόμενο καθαρό προϊόν βαίνει αρνητικό οξύνοντας τις κοινωνικές ανισότητες, τα προβλήματα ανεργίας, φτώχιας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Στις μέρες μας αναδείχτηκε αντί του παραδοσιακού κοινωνικού κατεστημένου μια νέα ολιγαρχία του χρήματος με βάση το αφηρημένο και διεθνοποιημένο χρήμα και υποβάλλει ολόκληρη την κοινωνία στα δικά της μονόπλευρα κριτήρια αποδοτικότητας.
Κατά την τελευταία οκταετία, η ελληνική οικονομία παρουσίασε αξιοσημείωτες «επιτυχίες», οι οποίες όμως αποδεικνύονται σήμερα μόνο ονομαστικές.
Η συσσώρευση μεγάλου πλούτου έγινε στη χώρα μας όχι με βάση την παραγωγή, αλλά μέσω μεταβιβάσεων και σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων με διόγκωση της φτώχιας και των κοινωνικών αποκλεισμών.
Ενώ οι ονομαστικές «επιτυχίες» συνεχίζονταν, η πραγματική κατάσταση της οικονομίας αποδείχτηκε ευάλωτη, εύθραυστη και εκτιθέμενη σε κινδύνους τόσο από το εξωτερικό, όσο και από το εσωτερικό.
Η ένταξη στο νομισματικό σύστημα του ευρώ δεν απέτρεψε την αύξουσα απόκλιση των πραγματικών ισοτιμιών Ελλάδας και Ευρώπης, με συνέπεια την αύξηση του αντιπαραγωγικού και αντιεπενδυτικού κλίματος στη χώρα μας και αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να απομονώνεται όλο και περισσότερο από την ευρωπαϊκή.
Η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας βασίζεται όλο και περισσότερο στα δημοσιονομικά ελλείμματα που όλο και διογκώνονται και στον δανεισμό δημόσιο, ιδιωτικό, εξωτερικό και εσωτερικό που δεν παύει να συσσωρεύεται.
Με μεγάλη επιτάχυνση διογκώνονται οι χρηματικές και κεφαλαιϊκές δεσμεύσεις υποχρεώσεις της χώρας έναντι του εξωτερικού. Οι δημιουργούμενες υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών της αυξάνονται με πολύ υψηλότερο ρυθμό έναντι της αύξησης του εθνικού εισοδήματος.
Αυτά τοποθετούν τη χώρα μας στην ομάδα των πλέον καταχρεωμένων χωρών της παγκόσμιας οικονομίας και από την κατάσταση αυτή θύμα είναι, η χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα της χώρας ,προκειμένου να εξασφαλίσει νέες χρηματοδοτήσεις ,έστω και με βαρύτερους όρους.
Σε αντίθεση με τους εταίρους μας, η ελληνική οικονομία είναι σε φάση επιταχυνόμενης επέκτασης των εσωτερικών ελλειμμάτων της, αλλά και αντιεισροής αυτόματων χρηματοδοτήσεων χωρίς κόστος εκ της αλλοδαπής.
Κρίσιμο μέγεθος κάθε εθνικής οικονομίας είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας με το εξωτερικό, όπου εκεί φαίνεται ο βαθμός και ο τύπος της ενσωμάτωσης μιας χώρας στη διεθνή οικονομία.
Εφόσον οι εισαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών υπερβαίνουν τις εισπράξεις από τις εξαγωγές και τους άδηλους πόρους, τότε θα πρέπει η διαφορά να χρηματοδοτείται με πρόσθετα εισοδήματα, είτε με την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων είτε με εκείνη των δανειακών υποχρεώσεων.
Το άθροισμα των δανειακών και των άμεσα ξένων επενδυτικών τοποθετήσεων σε κάθε χώρα συνιστά ταυτόχρονα τόσο τον συντελεστή ανοίγματος της εθνικής οικονομίας προς την διεθνή, όσο και τον βαθμό εξάρτυσής της από την χρηματοδότηση εκ του εξωτερικού.



Η Ελλάδα πληρώνει ακριβά για τα χρέη της, ενώ όσο το εισόδημα δεν αυξάνεται ταχύτερα από τον δανεισμό, το συσσωρευμένο χρέος συνεχίζει την ανοδική του πορεία. Η χώρα μας στην παγίδα της υπεραποταμίευσης, της υπερκεφαλαιοποίησης, της υπερσυσώρευσης και των υψηλών κερδών με το χαμηλότερο εργασιακό κόστος στην Ευρώπη αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα πραγματοποίησης του παραγόμενου προϊόντος. Τα ελληνικά υπερκέρδη μεταφέρονται στην κατάκτηση τεχνολογικών πλεονεκτημάτων που όμως δεν αξιοποιούνται ανάλογα με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται μοιραία η αποδοτικότητα του κεφαλαίου.
Στην εποχή μας τα χρηματιστικά εισοδήματα αυξάνονται ταχύτερα από εκείνα της πραγματικής οικονομίας, ενώ οι οφειλέτες μετατρέπονται σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας με μειωμένα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Το καπιταλιστικό σύστημα αντιμετωπίζει έλλειμμα ορατότητας για το μέλλον του και επιστρέφει σε προκαπιταλιστικές μορφές άγριας συσσώρευσης του πλούτου που βασίζεται όχι στην αύξηση της παραγωγής πλέον αλλά στην αρπαγή, την οικειοποίηση και παρασιτική χρήση των εισοδημάτων με κύρια εργαλεία τον υπερδανεισμό και την καταχρέωση της οικονομίας και των συντελεστών της.
Στην χώρα μας η καταχρέωση όλων των συντελεστών οικονομίας θυμίζει αμερικανικά και ιαπωνικά πρότυπα και όχι ευρωπαϊκά. Το σύνολον της ελληνικής οικονομίας, νοικοκυριά και επιχειρήσεις εργάζονται και παράγουν σε πλαίσιο που θυμίζει συνθήκες «νέας δουλοπαροικίας».
Για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα δεν αυξάνεται αλλά συρρικνώνεται, αφού η εξυπηρέτηση των υψηλών χρεών απορροφά περισσότερα από την αύξηση του εισοδήματος.
Όσο περισσότερο βαθαίνει η οικονομική καταχρέωση των πολιτών , τόσο περισσότερο η Δημοκρατία εμφανίζεται εκ των άνω σαν δημαγωγία, αρχαϊσμός και λαϊκισμός.
- Η « εικονική » οικονομία των τελευταίων περιόδων έφερε ημερομηνία λήξης , όπως προέβλεψε στο βιβλίο του ο καθηγητής Βεργόπουλος και προσγειώθηκε δραματικά στην πραγματική με όλα τα ολέθρια αποτελέσματα του σήμερα!
Πληρώνουν και πάλι το κόστος της αναγκαστικής προσγείωσης αυτοί ακριβώς που έχουν ήδη πληρώσει και το κόστος της εξωπραγματικής απογείωσης.
Πόσο δίκαιο και δημοκρατικό αναρωτιόταν στο βιβλίο του , πόσο αποτελεσματικό , πόσο οικονομικά και κοινωνικά επωφελές είναι κάποιοι να επιβάλλουν μονόπλευρες και εξωπραγματικές επιλογές με τη βεβαιότητα ότι το κόστος των επιλογών τους , είτε κατά την απογείωση ή την ανώμαλη προσγείωση θα επιρρίπτεται συστηματικά και αποκλειστικά στα θύματα, ήτοι στην αδύναμη πλευρά της οικονομίας!

Δεν υπάρχουν σχόλια: