Ποιό κόμμα για ποιά κοινωνία, τα υπαρξιακά διλήμματα της Αριστεράς από -ΙΣΤΑΜΕ-
Μια συζήτηση, αναστοχασμός για τον ρόλο και την προοπτική της Αριστεράς,
Σημειώσεις από μια συζήτηση μεταξύ των καθηγητών Πανεπιστημίου,
Μιχάλη Σπουρδαλάκη,
Γεράσιμου Μοσχονά ,με συντοντιστή τον καθηγητή Γιώργο Σωτηρέλη.
Γ. Σωτηρέλης
Ο κ. Γιώργος X. Σωτηρέλης είναι καθηγητής
Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Σε μια εποχή ραγδαίων και δραματικών αλλαγών μέσα στην τελευταία εικοσαετία:
Α) η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και του μεταπολεμικού διπολισμού, που οδήγησε στην ανάδειξη της αμερικάνικης αυτοκρατορίας και της « νέας τάξης πραγμάτων»
Β) η ανατροπή των μεταπολεμικών ισορροπιών μεταξύ πολιτικής και αγοράς, όπως αυτή εκφράσθηκε με το κεϋνσιανό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης
Γ) η συνακόλουθη επικράτηση, σε διεθνές επίπεδο, του «αχαλίνωτου καπιταλισμού» και του «φονταμενταλισμού» των αγορών, στο πλαίσιο μιας οικονομικά μονοδιάστατης και κοινωνικά μεροληπτικής παγκοσμιοποίησης
Δ) η ανάπτυξη τεράστιων και αδηφάγων «ιδιωτικών εξουσιών», που διαθέτουν ακαταγώνιστους κατασταλτικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς περισφίγγουν τα εθνικά κράτη, επιχειρώντας την αχρήστευση των κοινωνικών και πολιτικών τους κατακτήσεων.
- Στον ορυμαγδό αυτών των εξελίξεων η Αριστερά , σε όλες τις αποχρώσεις της, είδε την μια μετά την άλλη τις ιδεολογικές της βεβαιότητες να καταρρέουν.
Η κουμμουνιστική ουτοπία διαψεύσθηκε και το σοσιαλδημοκρατικό όνειρο ξεθώριασε απότομα, όταν πολλοί μεταλλαγμένοι σοσιαλιστές έσπευσαν να καταστήσουν την πολιτική θεραπαινίδα της αγοράς, ανακαλύπτοντας ξαφνικά τα θέλγητρα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και την « κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας»
-Η Αριστερά βρέθηκε μπροστά σε αμείλικτα ερωτήματα, τα οποία της έθεταν , βαθύτατα υπαρξιακά διλήμματα:
Μήπως ο πολιτικός αστερισμός έχει ξεπερασθεί από τα πράγματα;
Μήπως τελειώσαμε με τις ιδεολογίες;
Μήπως πρέπει να ξεχάσουμε το προοδευτικό και να αρκεστούμε στο σύγχρονο;
Μήπως η πολιτική πρέπει να υποκατασταθεί από την απλή διαχείριση, ώστε να προσαρμοστούμε απλώς στις αδήριτες επιταγές της « παγκοσμιοποίησης» και της «νέας τάξης πραγμάτων»;
Την απάντηση έδωσαν οι πρόσφατες εξελίξεις.
Σήμερα 20 χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, φαίνεται να ζούμε ξανά ένα τέλος εποχής.
Η βαθύτατη κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος ανέδειξε την φενάκη της ικανότητας της αγοράς να οδηγήσει με το αόρατο χέρι της , σε μια αυτορρυθμιζόμενη οικονομία, αλλά και οδήγησε σε μια συνολική αμφισβήτηση τόσο του κυρίαρχου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης και των πολιτικών απολογητών αυτού του μοντέλου.
Καταρρέουν ταχύτατα οι νεοφιλελεύθερες βεβαιότητες του υπαρκτού καπιταλισμού.
Ότι εμφανιζόταν ως σήμερα σαν αναπόφευκτη εξέλιξη, σχεδόν σαν νόμος της φύσης, παραπαίει και κλυδωνίζεται, μαζί με τα νομαδικά κεφάλαια της –πλασματικής οικονομίας-.
- Ωστόσο τα κρίσιμα διλήμματα παραμένουν , είναι πολλά και δύσκολα και αλληλένδετα.
Ξεκινώντας από ορισμένες βασικές παραδοχές, προτεινόμενες σαν κοινό τόπο της συζήτησης και τις οποίες θα σκιαγραφήσουμε
1)πρώτη βασική παραδοχή:
Εχει νόημα σήμερα μια συζήτηση για το μέλλον και τον ρόλο της Αριστεράς, ή οι λύσεις μπορούν να αναζητηθούν σε κάποιες διορθωτικές κινήσεις και προσαρμογές των κυρίαρχων σήμερα συντηρητικών δυνάμεων;
- Η θέση μας είναι ξεκάθαρη.
Καμία άλλη δύναμη δεν φαίνεται ικανή και σήμερα να υπερασπισθεί αλλά και να προεκτείνει στο μέλλον τις πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις δύο αιώνων, εκτός από αυτή ν που τις επέβαλε, και μάλιστα με εκατόμβες θυμάτων.
Η αριστερά, παρά τα υπαρξιακά της προβλήματα και τις ποικίλες παρεκτροπές και αγκυλώσεις που έχει κληρονομήσει , διατηρεί σε μεγάλο βαθμό τη λάμψη της , ως ιδεολογία και ταυτόχρονα ως στάση ζωής που αποβλέπει στην απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε είδους δεσμά.
Μόνον η απελευθέρωση του ανθρώπου δίνει νόημα και περιεχόμενο στον εκδημοκρατισμό των θεσμών και την διεκδίκηση των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων , εντάσσοντάς τα σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική: την κατοχύρωση της κοινωνικής δημοκρατίας, ως διαλεκτικής σύνθεσης της πολιτικής συμμετοχής, της προσωπικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ακόμη και αν δεν υπήρχε η Αριστερά , θα έπρεπε να την ανακαλύψουμε και να αναδείξουμε τον ισχυρό συμβολισμό της , ως δύναμης αντίστασης και αγώνα , και το βαθύτατα ανθρωπιστικό και δημοκρατικό της μήνυμα.
2) Για ποια αριστερά όμως;
Την αριστερά της διαμαρτυρίας ή την σύγχρονη δημοκρατική αριστερά;
Η προοπτική άσκησης της εξουσίας συνεπάγεται ευρύτερες πολιτικές συνθέσεις συγκλίσεις και συμβιβασμούς, αφού η ίδια η άσκηση της εξουσίας γίνεται σε ένα σκληρό πολιτικό περιβάλλον με παγιωμένες και εξαιρετικά ανθεκτικές καθεστωτικές νοοτροπίες και πρακτικές , αλλά και με ισχυρότατους μηχανισμούς αλλοίωσης ή και αφομοίωσης κάθε ριζοσπαστικής προσπάθειας.
Εν όψει όλων αυτών η άκριτη και συλλήβδην αποκήρυξη της σοσιαλδημοκρατίας είναι ανιστόρητη και άδικη , αν σκεφθεί κανείς πόσες δημοκρατικές κατακτήσεις της ανθρωπότητας πραγματώθηκαν, που ενσωματώνουν την παράδοση και τους αγώνες σχεδόν δύο αιώνων.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν συμφωνεί κανείς με την σκληρή κριτική ορισμένων εκδοχών της σοσιαλδημοκρατίας που έχουν διαβεί τον Ρουβίκωνα της μετάλλαξης και ενσωμάτωσης.
3) Η Τρίτη προτεινόμενη βασική παραδοχή σχετίζεται με το ερώτημα:
Εντάξει να δεχτούμε ότι χρειάζεται η επιστροφή μιας ανανεωμένης και δημοκρατικής αριστεράς στα πολιτικά πράγματα.
Με δεδομένο όμως το ασφυκτικό πλαίσιο της « παγκοσμιοποίησης» , παρά τους πρόσφατους κλυδωνισμούς , και της « νέας τάξης πραγμάτων», τι περιθώρια υπάρχουν για μια εναλλακτική κυβερνητική πολιτική της Αριστεράς, που θα συνδυάζει, κατά τον ποιητή, τον λογισμό με τα΄όνειρο;
- Ωστόσο όλα αυτά δεν αποτελούν δικαιολογία για εγκατάλειψη προωθημένων θέσεων της Αριστεράς, στο όνομα άχρωμων και ουδέτερων αιτημάτων, όπως εν γένει « εκσυγχρονισμός» ή ο « εξανθρωπισμός του καπιταλισμού».
Μια τέτοια επιλογή , μπορεί να οδηγήσει στην απευκταία ιδεολογική μετάλλαξη και στην συνακόλουθη απλή διαχείρηση του συστήματος, όπως συνέβη έως τώρα στα περισσότερα σοδιαλδημοκρατικά κόμματα και όπως δυστυχώς υπάρχει και σήμερα κίνδυνος να ξανασυμβεί, αν η πολιτική παρέμβασή τους εξαντληθεί στα στενά όρια μιας κοινωνικά μονομερούς και πολιτικά υποβολιμαίας κρατικής παρέμβασης , βλέπε Σαρκοζί , κ.α.
- Κατά πρώτον , η Αριστερά οφείλει να είναι πρωτοπόρα σε μια συστηματική προσπάθεια συντονισμού, σε παγκόσμιο επίπεδο, των εν γένει προοδευτικών κοινωνικών δυνάμεων στην προοπτική οργάνωσης διεθνών αντίβαρων – κινημάτων αλλά και οργανισμών - που θα αντιπαραθέτουν την πολιτική απέναντι στις τυφλές δυνάμεις της αγοράς και την οικουμενικότητα των δημοκρατικών ιδανικών και αξιών απέναντι στην τρέχουσα ολιγαρχική, μονοδιάστατη και ψευδεπίγραφη « παγκοσμιοποίηση»
- Κατά δεύτερον, η Αριστερά πρέπει να δώσει εντονότερα το ιδεολογικοπολιτικό στίγμα της στο πεδίο της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης , για τον ριζικό αναπροσανατολισμό προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός ισχυρού υπερεθνικού δημόσιου χώρου, που θα οργανώσει τα δημοκρατικά προγεφυρώματα και τις κοινωνικές αντιστάσεις των επί μέρους εθνικών κρατών , με σεβασμό στην ιδιαίτερη ταυτότητάς τους.
- Κατά τρίτον, υπάρχουν τομείς άσκησης εθνικής πολιτικής, που αποτελούν για την Αριστερά – με δεδομένο και τις πρόσφατες εξελίξεις- προνομιακά πεδία για τολμηρές μεταρρυθμίσεις , που θ΄απαντούν πειστικά στην ασυδοσία της αγοράς και την ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση των πάντων.
- Ο κοινωνικός προσανατολισμός της ανάπτυξης , με έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος , την ενθάρρυνση εναλλακτικών μορφών παραγωγικών σχέσεων , ο ριζικός εκδημοκρατισμός του κράτους , η ενίσχυση της τοπικής δημοκρατίας, η σύγκρουση με το σύστημα διαπλοκής , η αντιμετώπιση της παιδείας και του πολιτισμού ως κοινωνικών αξιών , δίκτυα κοινωνικής προστασίας , προώθηση της κοινωνικής αλληλεγγύης, είναι ανοικτές προκλήσεις για την αναζήτηση ρηξικέλευθων λύσεων , οι οποίες θα υπερβαίνουν την μίζερη διαχείριση, θα θωρακίζουν τις εως τώρα κατακτήσεις και θα εμπνέουν την πολιτική στράτευση για την διεκδίκηση μιας άλλης κοινωνίας, που θα σηματοδοτεί το πέρασμα από «το βασίλειο της ανάγκης» στο « βασίλειο της ελευθερίας»..
Μ. Σπουρδαλάκης
Καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

-Αν η Αριστερά θέλει να έχει λόγο στη διέξοδο της κρίσης που μόλις άρχισε, και να μην επαναλάβει την ανεπάρκειά της κατά την κρίση της 1970, πρέπει να συζητά και να αναζητά νέες ριζοσπαστικές συνθέσεις και προοπτικές.
Αυτό το καθήκον δεν αφορά μέρος της Αριστεράς, αλλά το « όλον της Αριστεράς », μια και όλες οι παραδόσεις και εκδοχές της βιώνουν σε κάποιο βαθμό σημαντικά υπαρξιακά αδιέξοδα.
Η πρόταση λοιπόν για τις προοπτικές της Αριστεράς , όλο το φάσμα των παραδόσεών της .
Αρκεί οι « αριστερές » αυτές να έχουν τη σύνεση και την εξυπνάδα να κινηθούν « ενάντια και πέρα »:
« Ενάντια » στα βαρίδια της παράδοσής τους και
« πέρα » από την αυταρέσκεια της αναμφισβήτητης προσφοράς .
Για όλα αυτά όμως η συγκρότηση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου, ενός νέου κομματικού φορέα, είναι απαραίτητη.
Οι υπάρχοντες κομματικοί σχηματισμοί, δέσμιοι των ιστορικών δεσμεύσεών τους φαίνονται ανήμποροι να οργανώνουν την αναγκαία « αντεπίθεση της Αριστεράς ».
Τα βήματα όμως προς αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να είναι αποφασιστικά αλλά όχι βιαστικά.
Και τούτο γιατί η ένταση της κρίσης μπορεί να οδηγήσει την ταύτιση του αγώνα ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό με εκείνον ενάντια στον καπιταλισμό.
Να συμβάλλει δηλαδή η κρίση σε μια Αριστερά χωρίς σοσιαλισμό, μια Αριστερά που ελάχιστα θα κινητοποιεί , ακόμη λιγότερο θα εμπνέει και η κοινωνική της χρησιμότητα θα είναι οριακή.
Γ. Μοσχονάς.
Επίκουρος καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εντεταλμένος διδασκαλίας στο Ινστιτούτο Ευρωπιακών Σπουδών του Ελεύθερου Πανεπιστημίου Βρυξελλών.
Τα σημερινά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν απολέσει περίπου το 20% της παλαιάς εκλογικής τους ισχύος.
Η εκλογική τους υποχώρηση έχει πάρει τη μορφή μιας βραδείας, σταθερής - σχεδόν χωρίς διακοπή – πλαγιολίσθησης , η οποία παραμένει ενεργή μέχρι και σήμερα.
Τα κόμματα του Ευρωπαϊκού Νότου ( το ΠAΣOK, το PSOE και το Πορτογαλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ) αποτελούν πλέον τον ισχυρότερο εκλογικό πόλο της ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής οικογένειας.
Η υποχώρηση των σοσιαλδημοκρατικων , και γενικότερα των αριστερών ιδεών, εξηγεί την τάση εκλογικής εξασθένισης.
Η χρηματοπιστωτική κρίση αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για το σύνολο της Αριστεράς. Ωστόσο, η ριζοσπαστική αριστερά εμφανίστηκε ελάχιστα προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που απορρέουν από την οικονομική κρίση και η σοσιαλδημοκρατική Αριστερά δυσκολεύεται να διαφοροποιηθεί από τις κεντροδεξιές πολιτικές δυνάμεις.
Η κρίση , πάντως έχει αλλάξει τα δεδομένα του ιδεολογικού ανταγωνισμού.
Οι ιδέες της κρατικής παρέμβασης και της πολιτικής ρύθμισης έχουν ενισχυθεί.
Το ζητούμενο είναι μια μεταφιλελεύθερη οικονομική πολιτική.
Ωστόσο, παραμένει ένα μεγάλο ανοιχτό ερώτημα :
-έχει η Αριστερά , στις διαφορετικές της συνιστώσες της, τις υπερέχουσες ιδέες που θα τις επέτρεπαν να διαμορφώσει ένα νέο μοντέλο πολιτικής;
Υ.Γ.
Φωτογραφία του καθηγητή Γ.Μοσχονά δυστυχώς δεν βρήκα.